φλέγων

φλέγων
ουσα , ον неотложный, срочный, актуальный

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "φλέγων" в других словарях:

  • Φλέγων — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φλέγων — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Κατά την παράδοση, διετέλεσε επίσκοπος στον Μαραθώνα. Η μνήμη του τιμάται στις 8 Απριλίου …   Dictionary of Greek

  • φλέγων — φλέγω burn pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φλέγων, Παύλος Αίλιος — Συγγραφέας από τις Τράλλεις της Μικράς Ασίας. Έζησε επί Τραϊανού και έλεγαν πως ήταν απελεύθερός του. Το έργο του Ολυμπιακών και χρονικών συναγωγή αρχίζει από την 1η Ολυμπιάδα και φτάνει έως τον θάνατο του Αδριανού (137 – 140 μ.Χ.). Δίνει… …   Dictionary of Greek

  • Φλεγόντων — Φλέγων masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φλέγον — Φλέγων masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φλέγοντα — Φλέγων masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φλέγοντας — Φλέγων masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φλέγοντες — Φλέγων masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φλέγοντι — Φλέγων masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φλέγοντος — Φλέγων masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»